Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
αργολιστί — ἀργολιστί επίρρ. (Α) με την αργολική διάλεκτο … Dictionary of Greek
Ἀργολιστί — in Argive fashion indeclform (adverb) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)